- ἐπικαλεῖν
- ἐπικαλέωsummonpres inf act (attic epic doric)ἐπικαλέωsummonfut inf act (attic epic doric)ἐπικαλέωsummonpres inf act (attic epic doric)
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
Greek morphological index (Ελληνική μορφολογικούς δείκτες). 2014.
τόρβηλος — ὁ, Α (κατά τον Ησύχ.) «μεμψίμοιρος». [ΕΤΥΜΟΛ. Άγνωστης ετυμολ. Κατά μία άποψη, η λ. τόρβηλος έχει προέλθει, πιθ. με ανομοιωτική τροπή τού λ σε ρ , από έναν τ. *τόλβηλος, ο οποίος μπορεί να συνδεθεί με τον τ. τού Ησύχ. τέλβεσθαι μεμψιμοιρεῖν,… … Dictionary of Greek